Η ευθύνη της Ευρώπης μετά το ΝΑΙ της Ελλάδας

Το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής 2012-2015 υπερψηφίστηκε τελικά την προηγούμενη Τετάρτη από 155 βουλευτές, μετά από μια επίπονη συζήτηση για το αν η ψήφισή του αποτελεί «σωστική» ή «βλαπτική» κίνηση για την οικονομία και τη χώρα.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα από μόνο του δεν εγγυάται ούτε τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα ούτε την έξοδο της χώρας από την ύφεση και την κρίση. Περιλαμβάνει, χωρίς αμφιβολία, μέτρα που πλήττουν μισθωτούς, συνταξιούχους και επαγγελματικές τάξεις, με μεσαία κυρίως εισοδήματα, που δεν μπορούν να φοροδιαφύγουν. Αποτελεί, όμως, ένα δημοσιονομικό πλαίσιο ανάγκης για την εξοικονόμηση 28 δισ. ευρώ που, εάν και εφόσον υλοποιηθεί, θα μειώσει δραστικά το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης από το 10,5% το 2010 στο 1% περίπου, στο τέλος της περιόδου.

Παρά τις διαφορετικές απόψεις που κατατέθηκαν, όλοι συμφωνούν ότι η εξοικονόμηση πόρων και η μείωση του ελλείμματος που επιτυγχάνεται μέσω μείωσης δαπανών και αύξησης εσόδων είναι αναγκαία. Σε αυτό συντείνει η ανάγκη δημιουργίας πρωτογενούς πλεονάσματος το γρηγορότερο δυνατό και ανάκτησης της δυνατότητας της χώρας να αντλήσει πόρους από τις διεθνείς χρηματαγορές.

Ενώ μέχρι την προηγούμενη Τετάρτη το ερώτημα που έθεταν όλα τα διεθνή μέσα ενημέρωσης και οι αναλυτές ήταν αν θα υπερψηφιστεί ή όχι το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα από τη Βουλή, αμέσως μετά την υπερψήφισή του οι ίδιες πηγές μετατόπισαν το επίκεντρο του ενδιαφέροντος στο κατά πόσον η κυβέρνηση έχει την ικανότητα να το εφαρμόσει. Ενώ δηλαδή με την υπερψήφιση του μεσοπρόθεσμου προγράμματος και του εφαρμοστικού νόμου έκλεισε μια σοβαρή πηγή οικονομικής και πολιτικής αστάθειας, κάποιοι επιχειρούν να συντηρήσουν την αστάθεια αυτή, μετατοπίζοντας και πάλι το βάρος της ευθύνης στην Ελλάδα.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η αποτελεσματική υλοποίηση του μεσοπρόθεσμου προγράμματος εξαρτάται από την αποφασιστικότητα της κυβέρνησης και την ικανότητά της να διαχειριστεί κοινωνικά και πολιτικά μια σειρά από δύσκολες και κρίσιμες αποφάσεις. Εξαρτάται επίσης καθοριστικά από την ταχύτητα με την οποία θα μπορέσει να αναδιοργανώσει θεσμικά, διοικητικά και λειτουργικά το διοικητικό μηχανισμό, ώστε να προωθήσει τις μεγάλες τομές για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και εισφοροδιαφυγής, για την αναδιοργάνωση των ΟΤΑ και των ΔΕΚΟ και για την αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας και την προώθηση των αποκρατικοποιήσεων με διαφανή τρόπο, που θα διασφαλίζει το δημόσιο συμφέρον.

Η βούληση όμως της κυβέρνησης να υλοποιήσει τις δεσμεύσεις της είναι δεδομένη. Η υπερψήφιση τόσο του μεσοπρόθεσμου προγράμματος όσο και του εφαρμοστικού νόμου δεν αφήνουν περιθώρια ούτε για αμφιβολίες ούτε για σενάρια δήθεν πολιτικής αστάθειας.

Το αν, όμως, θα επιτευχθούν τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις αποφάσεις που θα λάβει η Ευρωπαϊκή Ενωση. Το κέντρο βάρους, επομένως, για την αποτελεσματική εφαρμογή του μεσοπρόθεσμου μετατοπίζεται σήμερα στις προκλήσεις και τις ευθύνες που καλούνται να αναλάβουν οι ευρωπαίοι εταίροι μας. Οι ευρωπαίοι εταίροι μας και το ΔΝΤ καλούνται ν’ αποφασίσουν τελικά αν θεωρούν το ελληνικό χρέος βιώσιμο ή όχι υπό την προϋπόθεση εφαρμογής του μεσοπρόθεσμου προγράμματος. Ο ελληνικός λαός και οι διεθνείς αγορές απαιτούν μια ξεκάθαρη απάντηση στο στρατηγικό αυτό ερώτημα. Αν το χρέος θεωρείται από τους εταίρους μας διαχειρίσιμο και βιώσιμο, τότε η ευρωζώνη πρέπει τις επόμενες εβδομάδες να δώσει ένα ξεκάθαρο μήνυμα στις αγορές ότι θα καλύψει χρηματοδοτικά, με λογικούς όρους, το προγραμματισμένο δημοσιονομικό κενό που παρουσιάζεται για όση χρονική περίοδο χρειαστεί, ανεξαρτήτως του τι πρεσβεύουν οι αγορές. Αν το χρέος δεν θεωρείται διαχειρίσιμο και βιώσιμο, όπως θεωρούν οι περισσότεροι, τότε πρέπει να ληφθούν άμεσα αποφάσεις ρύθμισης του χρέους, που θα διασφαλίζουν το ευρώ και θα δίνουν τη δυνατότητα στην Ελλάδα, ως κράτος-μέλος της ευρωζώνης, να ανταποκριθεί με λογικό τρόπο στις διεθνείς υποχρεώσεις της σε βάθος χρόνου.

Ηδη διαφαίνεται μια κινητικότητα με τη συμφωνία που μάλλον επιτυγχάνεται με γαλλικές και γερμανικές τράπεζες για εθελοντική επαναγορά ενός σημαντικού ποσοστού των ελληνικών ομολόγων (αναφέρθηκε το 50%) που διακρατούν οι τράπεζες και αντικατάστασή τους με νέα ομόλογα μακρόχρονης διάρκειας (έως και 30ετούς), και επένδυση ενός σημαντικού ποσοστού σε ομόλογα υψηλής πιστοληπτικής αξιολόγησης του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF). Η πρωτοβουλία αυτή, αν ευοδωθεί, μπορεί να αποτελέσει την αρχή θετικών εξελίξεων για τη συνολική ρύθμιση του χρέους, που αποτελεί και τη βασική προϋπόθεση για τη βιώσιμη έξοδο από την κρίση. Εδώ και πολύ καιρό έχω υποστηρίξει ότι θα πρέπει γρήγορα ή αργά να προωθηθεί η ανεξαρτητοποίηση του EFSF από πολιτικές διεργασίες και η θεσμική εξουσιοδότησή του ώστε να μπορεί να παρεμβαίνει στη δευτερογενή αγορά ομολόγων για εθελοντική ανταλλαγή τίτλων του ίδιου του ταμείου με ομόλογα χωρών-μελών, με ή χωρίς εγγυήσεις.

Ελπίζω ότι το ζήτημα της διαχείρισης του ελληνικού δημόσιου χρέους θα συζητηθεί στη συνάντηση κορυφής των ηγετών των χωρών-μελών της Ε.Ε. στις 3 Ιουλίου 2011, ώστε να δρομολογηθούν οι κατάλληλες πρωτοβουλίες, παράλληλα με την έγκριση της εκταμίευσης της πέμπτης δόσης του μνημονίου Ι και την έγκριση του νέου δανείου για τα επόμενα έτη.

Το πολιτικό μας σύστημα έδειξε υπευθυνότητα και σοβαρότητα μπροστά σε κρίσιμες και δύσκολες αποφάσεις. Η συνεχιζόμενη κακοφωνία και υπεκφυγή από ορισμένους ευρωπαίους εταίρους μας και διεθνείς αναλυτές και μέσα ενημέρωσης και ο αδικαιολόγητος λιθοβολισμός της Ελλάδας πρέπει να σταματήσουν. Οι ευρωπαίοι εταίροι μας καλούνται να δείξουν έμπρακτα τη στήριξή τους στο ευρώ και σε όλα τα κράτη-μέλη της ευρωζώνης, με τρόπο ξεκάθαρο και οριστικό. Καλούνται να δώσουν ένα ισχυρό μήνυμα προς τις διεθνείς αγορές αλλά και προς τους πολίτες των χωρών-μελών που δοκιμάζονται, όπως η Ελλάδα, ότι πρέπει να δοθούν οριστικές και βιώσιμες λύσεις

About Author

Connect with Me:

Leave a Reply

  • Theme Settings